Σάββατο 20 Απριλίου 2024

Με ισορροπία και σεβασμό...

Τιμήστε τη γη, τη μητέρα μας. Τιμήστε και όλους με τους οποίους μοιραζόμαστε τη γη, ακόμη και τους μη ανθρώπινους συγγενείς μας: τετράποδα, δίποδα, φτερωτά, κολυμβητές. Περπατήστε με ισορροπία και σεβασμό.

(Ινδιάνικο)

blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"


Σάββατο 13 Απριλίου 2024

Η γενιά της φρούρησης

 


Υπερευτυχής και αφάνταστα ήρεμος εμπρός σε μία εικόνα ανυπέρβλητου κάλλους εδώ στη θεόμορφη Ευρυτανία με θέα το αιώνιο Γεφύρι του Μανόλη (1659)! Ένα ανεκτίμητης ιστορικής και αισθητικής αξίας "λάβαρο" τέχνης, πολιτισμού και μόχθου, αναδύεται μέσα από την αχλή του μακρινού παρελθόντος κοσμώντας με  διαχρονική επιμονή τη γη των προγόνων μας - και μαζί με τους μύθους που το συντροφεύουν και γοητεύουν την ψυχή μας, αναδεικνύει και μία παράλληλη αναγκαιότητα των καιρών μας : να γίνουμε εμείς η γενιά της φρούρησης και όχι της καταστροφής...

"Ευρυτάνας ιχνηλάτης"

Πέμπτη 4 Απριλίου 2024

"Εσύ είσαι ένας επαναστάτης, ένας αναρχικός..."


Απόσπασμα διαλόγου του εργοστασιάρχη γέρου Φιντή με τον αποστασιοποιημένο γιό του Σταύρο, που απηυδισμένος απαρνήθηκε την εκμεταλλεύτρια τάξη του καθώς και τον ίδιο τον πατέρα του, ως ωμό εκπρόσωπό της, επιλέγοντας να φύγει από το σπίτι του για να δουλέψει εργάτης. 

Το εν λόγω απόσπασμα περιλαμβάνεται στο θεατρικό έργο "Ο Γήταυρος" του πρωτοπόρου συμπατριώτη διανοούμενου Ρήγα Γκόλφη. Το μονόπρακτο αυτό δράμα πρωτοδημοσιεύθηκε το 1908 σε τρεις συνέχειες στο εμβληματικό περιοδικό της εποχής "Νουμάς" (φ.321, 7/12/1908) και θεωρείται το πρώτο έργο σοσιαλιστικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα. Στην πορεία του χρόνου παίχτηκε σε δεκάδες θεατρικές παραστάσεις που δόθηκαν κυρίως από εργατικά σωματεία!

ΥΓ. Ο Ρήγας Γκόλφης (1886-1958), αυτός ο σπουδαίος προοδευτικός λόγιος, είχε Ευρυτανική καταγωγή! Το αληθινό του όνομα ήταν Δημήτρης Δημητριάδης και ο πατέρας του ήταν από το Καρπενήσι το οποίο ο Ρήγας λάτρευε παθολογικά (δείτε ενδεικτικά: εδώ και εδώ).

*****

«ΣΤΑΥΡΟΣ: Όσο γι' αυτό, πατέρα, νομίζω πως δεν έχουν άδικο. Δώδεκα ώρες πάνου κάτου, δουλειά το μερονύχτι, τους αφανίζει. Δεν είναι μικρό πράμα, δώδεκα ολάκερες ώρες νάχης να παλεύης με το σίδερο. Το άψυχο αυτό πράμα για να λυγίση, να κοπή, να πάρει σκήμα, θέλει να φάη ζωές.

ΦΙΝΤΗΣ: Σταύρο, τι είναι αυτά που λες;

ΣΤΑΥΡΟΣ: Λέω απλούστατα, πως έχουν δίκιο να ζητούν λιγόστεψη στις ώρες της δουλειάς.

ΦΙΝΤΗΣ: Μα αυτό είναι ενάντιο στα συφέροντά μας.

ΣΤΑΥΡΟΣ: Το μεγαλύτερο συφέρο καθενός είναι το συφέρο της ανθρωπότητας. Κι αυτοί που εργάζουνται στο εργοστάσιό σας, μην ξεχνάτε, πατέρα, πως είναι οι απόκληροι αυτής της ανθρωπότητας, που όσο κι αν σας κάνουνε να πλουτίζετε, έχουν όμως δικαίωμα σε μια στοιχειώδικη φιλανθρωπία από μέρους σας.

ΦΙΝΤΗΣ: Αυτοί με κάνουν και πλουτίζω; Αυτοί ή τα κεφάλαιά μου, τα μηχανήματά μου, η περιουσία μου, που την έχω ρίξει στους πέντε δρόμους, και που γι΄ αυτό βρίσκουνε ψωμί και τρώνε αυτοί οι τιποτένιοι;…

ΣΤΑΥΡΟΣ (με κάποιο θυμό): Η περιουσία σας που τη ρίξατε στους πέντε δρόμους, καθώς λέτε, μεγάλωσε και θέριεψε μέσα σ' αυτούς τους πέντε δρόμους, όχι βέβαια μονάχη της, μα με το αίμα αυτουνών, που τώρα τους βρίζετε κιόλας.

ΦΙΝΤΗΣ: Δε σε καταλαβαίνω, Σταύρο, μα την αλήθεια, δε σε καταλαβαίνω.

ΣΤΑΥΡΟΣ: Κι όμως αυτά που λέω είναι τόσο απλά. Δε με καταλαβαίνετε, γιατί δε θέλετε, γιατί ίσως και δεν μπορείτε να με καταλάβετε. Δε συλλογιστήκατε ποτέ πόσοι απ' αυτούς φύγανε από το εργοστάσιό σας σακατεμένοι και χιλιοπαθιασμένοι, ενώ μπήκανε εκεί μέσα μ' όλη τη γεροσύνη και τη φωτιά της νιότης. Δε συλλογιστήκατε ποτέ πως η μόνη τους ανταμοιβή ύστερ' από τόσω χρονώνε εργασία, είναι η πείνα, η άτιμη πείνα άμα τους περιτριγυρίσουνε τα γερατειά, και πάψει πια η ικανότητά τους για τη δουλειά… (ξαφνικά). Πάψτε να είστε τόσο άδικος γι' αυτούς, πατέρα. Ακούστε με και μένα. Ας τους λιγοστέψουμε τις ώρες της εργασίας όπως ζητάνε, ας τους κάνουμε και καμιά άλλη παραχώρηση, ας τους…

ΦΙΝΤΗΣ (διακόφτοντας με θυμό): Και καμιά άλλη παραχώρηση; Εσύ είσαι τρελός. Είσαι  τρελός. Μπας και ήρθες εδώ, καταραμένε, για να μου καταστρέψης την περιουσία μου, να μου πάρεις τα κόπια μου, και να τα σκορπίσης στον άνεμο;

ΣΤΑΥΡΟΣ: Ίσως αυτά που λέτε κόπια σας να είναι πιο πολύ ξένα, παρά δικά σας.

ΦΙΝΤΗΣ (μονάχος του, σαν απελπισμένος): Πάντα ο ίδιος, πάντα ο ίδιος. Δεν μπόρεσε ν΄ αλλάξει, Θεέ μου.

ΣΤΑΥΡΟΣ: Κι όμως αν ξέρατε τι θα πη σκλαβιά…

ΦΙΝΤΗΣ (διακόφτοντας): Μιλάς για σκλαβιά, γι' αυτούς που κατάντησαν να είναι πιο λεύτεροι κι από μένα. Η πολιτεία τούς έκαμε βασιλιάδες, και λύνουνε και δένουνε, και κατεβάζουν αρχόντους με τον ψήφο τους. Πού ματακούστηκε να κυβερνάη έναν τόπο η φτωχολογιά και η αργατιά.

ΣΤΑΥΡΟΣ: Τους λευτέρωσε η πολιτεία, είναι αλήθεια, μα τους σκλάβωσε ο παράς. Αυτό το σκλάβωμα όμως είναι πολύ χειρότερο από κάθε άλλο. Δε θα περάση πολύς καιρός που θα ξεσκλαβωθούνε κι απ' αυτό… Αλίμονο στις ιδέες; σας τότε κύριε Φιντή.

ΦΙΝΤΗΣ: Εσύ είσαι ένας επαναστάτης, ένας αναρχικός, που ήρθες εδώ μέσα για να με φοβερίσης. Α! δεν μπορώ να σε υποφέρω πια, θα φωνάξω την αστυνομία να σε πετάξη από μπροστά μου. (Πέφτει σε μια καρέκλα).

Πάψη.

ΣΤΑΥΡΟΣ (ήσυχα ύστερα από λίγη σκέψη): Δεν είναι ανάγκη να το κάμη αυτό η αστυνομία. Θα το κάμω μόνος μου, τώρα που σας γνώρισα καλά και κατά βάθος. Μια φορά είμουνα παιδάκι και δε σας είχα καταλάβει αλλιώς βέβαια δε θα με βλέπατε ποτέ να ξαναπατήσω το κατώφλι σας. Κι αν με είδατε σήμερα νάρχουμαι εδώ, τόκαμα αυτό μόνο και μόνο με την ελπίδα πως με ό,τι μέσο μού περνούσε από το χέρι θα μπορούσα να γλυκάνω τη δυστυχία τω δυστυχισμένω σας. (Δυνατότερα, ύστερα από λίγο.) Τόσα χρόνια μακριά από σας, δούλεψα με τα χέρια μου για να ζήσω. Πείνασα, δίψασα, υπόφερα, και είδα από σιμά μέσα στα εργοστάσια κι εγώ, ένας απλός εργάτης, είδα από σιμά τη μεγάλη καταπίεση του παρά, είδα από σιμά τα βάσανα, τις πίκρες, τις αδικίες, τους θανάτους. Είδα από σιμά την αγριότητα, την ατιμία, και μπήκα και γω, και βουτήχτηκα και γω, και έπαθα και γω. Κλείνω μέσα μου αυτή τη στιγμή τον πόνο όλων όσων τυραννιούνται κάτου από τα σκληρά πατήματα όλων εκείνων που σας μοιάζουν… Α! με λέτε επαναστάτη, αναρχικό. Μα δεν είμαι τίποτ' απ' αυτά. Είμαι μονάχα ένας άνθρωπος, ένας άνθρωπος που εσείς δεν είστε.

ΦΙΝΤΗΣ (συλλογισμένος): Αλίμονό σου, αλίμονό σου, τρισαλίμονό σου!…

ΣΤΑΥΡΟΣ (χτυπά το κουδούνι). (Μπαίνει ο υπερέτης).

ΣΤΑΥΡΟΣ: Τοίμασε σε παρακαλώ τα πράματά μου και κατέβασέ τα κάτου στην οξώπορτα.

Υπερέτης. Αμέσως. (Φεύγει).

Πάψη. (....) »

blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"

Δευτέρα 1 Απριλίου 2024

Αλλάζουν όνομα τα Άγραφα ;;;



Ακούσατε - ακούσατε...

Η Υπερτάτη Αρχή, αποτελουμένη εκ του εκλαμπροτάτου Σουλτάνου της Ευρωπαϊκής Αυτοκρατορίας και εκ του πολυχρονεμένου Βεζύρη της Επαρχίας των Αθηνών, από σήμερον Πρώτη τ' Απρίλη αποφασίζει και διατάσσει διά τον... καζάν των Αγράφων:

- Τα "Άγραφα" αλλάζουν όνομα. Από τούδε και  εις το εξής θα ορίζονται πλέον ως "Καταγεγραμμένα", καθώς η παλαιά ονομασία η οποία εδόθη εις αυτά από τα βυζαντινά και οθωμανικά έτη δεν συνάδει πλέον με το "Νέον Σχέδιον Βιομηχανικής Αναπτύξεως" της περιοχής. Τα "Άγραφα" θα συμπεριληφθούν εις τους χάρτας της Εξουσίας, το δε Σχέδιον προβλέπει τα κάτωθι:

1ον) Τα άγονα μα και δασόφυτα ευρυτανικά όρη τα οποία τελούν εν αχρηστία θα επανδρωθούν με συγχρόνους ανεμομύλους υψηλής ποιότητος και... υψηλού ύψους σιδηροκατασκευών, οι οποίοι και θα εμφυτευθούν επί του εδάφους με ικανές βάσεις οπλισμένου σκυροδέματος. Θα απαγορεύεται η πρόσβασις εις τα εν λόγω ιδιωτικά εδάφη.

2ον) Εις την λίμνην των Κρεμαστών θα τοποθετηθούν εγκαταστάσεις πλωτών φωτοβολταϊκών πάρκων μετά φωτεινών ενδείξεων διά την ανάδειξιν του κάλλους του παραλιμνίου τοπίου. Θα απαγορεύεται η χρήσις της λίμνης διά κάθε άλλη δραστηριότητα πλην της προαναφερομένης.

3ον) Ομοίως και με τα βοσκοτόπια των Βαλαωριτών και λοιπών κτηνοτρόφων χωρικών οι οποίοι θα αποκτήσουν βίζα διά την μετεγκατάστασίν των εις την ειδυλλιακήν πόλιν των Αθηνών εις βοσκοτόπους οι οποίοι θα υποδειχθούν από το Υπουργείον Κτηνοτροφικής Αναπτύξεως Πρωτευούσης.

4ον) Αι πηγαί θα δεσμευθώσιν ώστε πλησίον των να εγκατασταθούν εταιρείαι εμφιαλώσεως υδάτων. Οι κάτοικοι τούτων των περιοχών θα μπορούν να προμηθεύονται εμφιαλωμένον ύδωρ εκ των εταιρειών της αρεσκείας των με προνομιακήν έκπτωσιν 1 επί τοις εκατόν.

5ον) Άπασαι αι διαδικασίαι θα είναι "fast track". Οι επενδυταί θα διευκολυνθούν τα μέγιστα βάσει των αναλόγων νομοθετικών ρυθμίσεων και βεβαίως θα επιδοτηθούν από το κοινόν δημόσιον ταμείον, δηλαδή από τον οβολόν όλων σας, χάριν της εθνικής ομοψυχίας. 

6ον) Οι υπήκοοι μπορούν να υποβάλλουν τας ενστάσεις των εις τα αρμόδια όργανα, αλλά δεν προβλέπεται να γίνουν αποδεκταί!

7ον) Απαγορεύονται αυστηρά συγκεντρώσεις άνω των τριών ατόμων. Οι παραβάται θα τιμωρούνται με απαγόρευσιν κυκλοφορίας κατά τας πρωινάς, μεσημβρινάς, απογευματινάς και νυκτερινάς ώρας.

Η Υπερτάτη Αρχή 

Βρυξελλών, Αθηνών και Περιχώρων

(2)1η Απριλίου 202τάδε

blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2024

Μιλήστε σε αυτήν...


Ένας καλός τρόπος για να αρχίσετε να σκέφτεστε τη φύση : μιλήστε για αυτήν.

Ή μάλλον καλύτερα μιλήστε σε αυτήν, μιλήστε στα βουνά, στα ποτάμια, στις λίμνες, στους ανέμους, όπως στους συγγενείς σας.

(Ινδιάνικο)

blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"

Παρασκευή 22 Μαρτίου 2024

Κατσαντώνης : ένα ποίημα για το μαρτυρικό τέλος του.

Σκηνή από την αναπαράσταση της "Μάχης της Σπηλιάς" στο Σίχνικο Αγράφων (2015) - Σύλληψη και θανάτωση του Κατσαντώνη * φωτό: "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"

Παραθέτουμε ένα σπουδαίο Ιστορικό Ποίημα που ιχνηλατήσαμε από τον επικό μας ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη και αφορά το μαρτυρικό θάνατο του θρυλικού Αγραφιώτη επαναστάτη Κατσαντώνη, αυτού του ασυμβίβαστου μαχητή της λευτεριάς και της αξιοπρέπειας που πάλεψε αλύγιστος και μέχρι τέλους ενάντια στη συνασπισμένη τυραννική εξουσία των αληπασάδων και των κοτζαμπάσηδων (βλ. εδώ αφιέρωμα του "Ευρυτάνα ιχνηλάτη" ).

Παράλληλα να υπενθυμίσουμε ότι ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης (1824-1879) είχε βαθιά Ευρυτανική καταγωγή και μάλιστα από κλεφταρματολίτικη οικογένεια καθώς ήταν απόγονος των οπλαρχηγών Χρήστου και Μόσχου Βαλαώρα, από το χωριό Βαλαώρα Ευρυτανίας!

Ιδού:

*****

Εσείς όπου τον είδετε ψηλά στα κορφοβούνια,

σταυραητοί και πέρδικες, ξηφτέρια, χελιδόνια,

ελάτε να του στήσετε τραγούδι μοιρολόγι.

Τον Κατσαντώνη πιάσανε, κλάψτε πουλιά μου, κλάψτε.

Ένας παπάς τον πρόδωκε! Μαχαίρι να του γένη

η κοινωνιά που το ’βαψε τ’ αφορεσμένο στόμα,

θηλειά κι αστρίτης στο λαιμό τ’ άγιο του πετραχήλι,

να μη βρεθή πνευματικός να τον ξεμολογήση

κι αγαπημένα δάκτυλα τα μάτια του να κλείσουν!


Το γκαρδιακό τ’ αδέρφι του, ο Γιώργος ο Χασώτης,

έξυπνος ακουρμαίνεται, κοιμάτ’ ο Κατσαντώνης.

Η ευλογιά τον έψησεν, η θέρμη τον ανάφτει.


–Ξύπν’, αδερφέ μου, ξύπνησε στον ώμο να σε πάρω·

πλακώσανε οι λιάπιδες και θα μας πιάσουν σκλάβους.

–Τρέχ’, αδερφέ μου, γλίτωσε, μη με ψυχοπονιέσαι.

Κι αν μ’ αγαπάς και πιθυμάς να πάω φχαριστημένος,

κόψε μου το κεφάλι μου μη μου το πάρ’ ο Αράπης

και φέρ’ το πάνω στ’ Άγραφα, και διάλεξ’ ένα βράχο

και δος του το να το φορή, κορφή του να το κάμη,

να το φορή, να το βαστά σαν περικεφαλαία.

Έλ’, αδερφέ μου, γλήγορα, γλήγορα να με κόψης

να πάγω κει ψηλά ψηλά, να φύγω δώθε μέσα,

νάρχονται μαύρα σύγνεφα, νάρχοντ’ αστροπελέκια

να μου θυμάνε το καπνό, να μου θυμάν’ τη λάμψι

του τουφεκιού μου, π’ ορφανό στα χέρια σου θα μείνη.

Να τ’ αγαπάς, να το φιλής, να τόχεις σαν αδέρφι.


Ο Γιώργος εκατάλαβε πως τ’ ανεβαίν’ η θέρμη,

τον άρπαξε στον ώμο του κι απ’ τη σπηλιά πετιέται.

Επήρε τον ανήφορο, στο ξάγναντο προβαίνει,

εξήντα βλέπει Τσάμιδες που τον εκυνηγούσαν.

Κάθε φορά που σίμωναν, έστενε μετερίζι

του Κατσαντώνη το κορμί κι άδειαζε τ’ άρματά του.

Χαρά στη μάνα πόκανε παιδιά τέτοια λιοντάρια!

Έτσι κυνηγηθήκανε τα δυο πιστά τ’ αδέρφια,

όσο που βγήκε ο αυγερινός κι αχνίσανε τ’ αστέρια.

Τότε λαβώθηκε βαριά ο Γιώργος στο ποδάρι,

και τους επιάσαν ζωντανούς, στα Γιάννινα τους φέραν.


Και μιαν αυγή στον Πλάτανο, που από μικρό κλωνάρι

εχόντρυνε κι επλάτυνε, βυζαίνοντας το γαίμα,

την ώρα τους την ύστερη, βαριά σιδερωμένα

του Βάλτου, του Ξερόμερου τα δυο θεριά προσμένουν.

Χίλιων λογιώνε σύνεργα, δαυλιά, σφυρί κι αμόνι

σκόρπια στο χώμα βρίσκονται κι εκείνοι τα τηράνε.

Ο Γιώργος σαν κ’ εδάκρυσε για το γλυκό του αδέρφι.

Του Κατσαντώνη μια ματιά, κ’ εστρέφεψε το δάκρυ.

Κι εκεί που διηγούντανε τονα τ’ αδέρφι στ’ άλλο

τα περασμένα νιώτα τους, την κρύα τη βρυσούλα,

το φόβο του Αλήπασα, του Γκέκα τη λαχτάρα,

έξαφν’ αστράφτ’ ένα σπαθί και γέρν’ ένα κεφάλι:

«Χριστός ανέστη, πλάκωσα!» φωνάζ’ ο Κατσαντώνης

κι ένα φιλί, στερνό φιλί από μακρά τού ρίχνει.


Μες στα κλαριά του πλάτανου, μες στα χλωρά τα φύλλα

σα νάταν στο λημέρι της, εκρύφτηκ’ η ψυχή του,

κι εκύτταζε τον αδερφό που τόνε μαρτυρεύουν.


Δυο γύφτοι τον εστρώσανε δεμένονε στ’ αμόνι

κι αρχίσανε με το σφυρί να τόνε πελεκάνε.


Σκλήθραις πετάν τα κόκαλα, σκορπάνε τα μελούδια·

νεύρα, κομμένα κρέατα σέρνονται σαν ξεσκλίδια,

και κειος τηράει τον ουρανό και γλυκοτραγουδάει:


Χτυπάτε, πελεκάτε με·

σκυλιά, τον Κατσαντώνη

δεν τον τρομάζει Αλήπασας,

φωτιά, σφυρί κι αμόνι.


Μιαν ώρα πελεκούσανε, τα χέρια τους δειλιάζαν,

οι γύφτοι βαρεθήκανε και το λαιμό του κόβουν.

Ανοιγοκλούσ’ ο λάρυγγας, μαύρο πετά το γαίμα

και μες στον κόκκινό του αφρό, μες στη βραχνή γαργάρα

μισοκομμέν’ ακούονται του τραγουδιού τα λόγια:


Χτυπάτε, πελεκάτε με·

σκυλιά, τον Κατσαντώνη

δεν τον τρομάζει Αλήπασας,

φωτιά, σφυρί κι αμόνι.


Ο πλάτανος, σαν ένιωσε στη ρίζα του το γαίμα,

αλαίμαργα το ρούφηξε να μη το πιει το χώμα,

κι εστοίχειωσε κι εθέριεψε κι άπλωσε τα κλωνάρια

τόσο χοντρά κι’ ατάραγα και τόσο φουντωμένα,

που τάβλεπ’ ο Αλήπασας τη νύχτα στ’ όνειρό του

κ’ εφώναζε κ’ ελάμπαζε μην έλθ’ εκείν’ η μέρα

που τα κλαριά του πλάτανου την Πόλι θα πλακώσουν...

blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"


Τρίτη 19 Μαρτίου 2024

Το αγριοπερίστερο


Στα πλαίσια της γνωριμίας μας με "Τα άγρια και τα ήμερα του βουνού και του λόγγου" παραχωρούμε για μια ακόμη φορά το λόγο στον αείμνηστο Ευρυτάνα συμπατριώτη μας Στέφανο Γρανίτσα (1880-1915) όπου μέσα από το ομώνυμο έργο του θα μας συστήσει με τη γλαφυρή γραφή του το αγριοπερίστερο!

Ιδού: 

*****

ΤΟ ΑΓΡΙΟΠΕΡΙΣΤΕΡΟ

Στα παραμύθια της Πεντάμορφης κι η θάλασσα κι η Γη συμπονούν τους ήρωας της Αγάπης. Η Θάλασσα τους δίνει ένα φτερό ψαριού κι η Γη ένα φτερό μερμηγκιού. Αλλά τους λόγγους που είναι σαν χτένια γύρω απ’ το Παλάτι ποιος θα τους περάση για να φέρη ή να δώση ένα μήνυμα; Τα δυο Βουνά π’ ανοίγουν και κλείνουν σαν φτερά πεταλούδας, ποιος θα τα διαβή για να φέρη τ’ αθάνατο νερό; «Τότε ο Βασιληάς των πουλιών προστάζει το Περιστέρι κ.λ.π.»

Τι μεγάλοι νατουραλισταί ήταν αυτοί που έκαμαν τα παραμύθια. Τ’ Αηδόνι φέρνει και παίρνει ερωτικά μηνύματα της γειτονιάς. Καλός μεσίτης για μικροαγάπες, για μικρονταραβέρια, για θερμοζάχαρες. Τα φτερά του δεν είναι για μεγάλα πράγματα. Για τους στρατοκόπους της αγάπης που θα περάση βουνά και γκρεμνούς και θα παλαίψη με Δράκους και Λάμιες είναι το Περιστέρι. Φτερό, νους και ψυχή του «είναι μεγάλα σαν την Αγάπη».

Φτερό. Λέγουν ότι παίρνει έως 120 μίλια την ώρα. Οι ερευνηταί του πετάγματος του εσκότωσαν ένα Περιστέρι στα περίχωρα της Νέας Υόρκης και η γούλα του (ο πρόλοβός του) ήτο ακόμη γεμάτος ρύζι το οποίον δεν ήτο δυνατόν να είχε φάγη άλλου από τους ορυζώνας της Καρολίνας.

Οι λογαριασμοί λοιπόν που έκαμαν κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι διάστημα τετρακοσίων αγγλικών μιλίων το πήρε εις εξ ώρας. Ο ουρανός συμπονών και αυτός, φαίνεται, τους μνηστήρας της Πεντάμορφης, του έδωκεν όσο γαλάζιο χρώμα είχε στον αιθέρα του, ώστε να μη διακρίνεται εύκολα.

Νους. Είτε βόσκει είτε πετά, έχει τας προφυλακάς του όπως και τ’ αγριόγιδα. Αν αι προφυλακαί του ή οι κολαούζοι, όπως λέγονται, σημειώσουν την εμφάνισιν Γερακιού, αμέσως πυκνώνουν και γίνονται ένα μονοκόμματο γαλάζιο σύννεφο. Ο λόγος είναι ο εξής.

Για ν’ αρπάξη το Γεράκι ένα Περιστέρι, πρέπει πρώτα να το ζυγαριάση, τουτέστι να το σημαδέψη με το μάτι του, όπως έλεγα. Αν τα Περιστέρια είναι σκόρπια, το σημάδεμα είναι οπωσδήποτε εύκολο. Αν όμως προφθάσουν και σμίξουν, δεν κατορθώνει να πάρη στόχον. Θα πέση απάνω στο σύννεφο, εκείνο θ’ ανοίξη, και το Γεράκι θα σπάση τα στήθια του στο χώμα.

Οι κυνηγοί εξ άλλου λέγουν, ότι άμα τα ντουφεκίσης δεν μένουν πλέον δύο περιστέρια που να έχουν το ίδιο πέταμα. Αυτό που περνά τώρα έχει δέκα μι­λίων ταχύτητα, το άλλο που έρχεται πίσω έχει 60, το παραπίσω 40. Είναι τόσον δύσκολον επομένως να τους πάρη κανείς «μάτι», ώστε, αν ένας καλός κυ­νηγός με 60 τουφεκιές θα πιάση 55 κομμάτια μπε­κάτσες, είναι ζήτημα, αν με ίσον αριθμόν, σκοτώση 20 περιστέρια.

Αλλάζουν πέταγμα από τρόμο ή για να μη δώσουν «μάτι»; Πιστεύω το δεύτερον, αφού αυστηροί νατουραλισταί βεβαιούν, ότι όσα ήμερα περιστέρια είναι άσπρα δύσκολα απομακρύνονται από την αυλήν, διότι γνωρίζουν ότι το χρώμα τους δίνει στόχον στο Γεράκι.

Ψυχή. Οι κυνηγοί πιάνουν το βράδυ τις σπηλιές που έχουν τα περιστέρια τις φωλιές τους. Η σοφία με την οποίαν κατορθώνουν να μη δίνουν «μάτι» στο Γεράκι και στους κυνηγούς, δεν τους χρησιμεύει τώρα καθόλου. Τα παιδιά τους είναι μέσα στη σπηλιά και πρέπει να περάσουν να τα χαϊδέψουν, να τα φιλήσουν (φιλιώνται σαν τα περιστέρια) να τ’ αποκοιμίσουν. Αν πρόκειται να μη φθάσουν εκεί για να γλυτώσουν, το ίδιο τους είναι κι αν βρεθούν σκοτωμένα στην τσάντα του κυνηγού.

Άξιζε ή όχι ένα τέτοιο πουλί να φτερουγίζη μες στα σύννεφα των μεγάλων ηρωισμών της Αγάπης;

blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"